27/7/09

"Mr Mee", Andrew Crumey


Ευπειθώς αναφέρω πως επιτέλους διάβασα κάτι…. Στις διακοπές, που συνήθως καταβροχθίζω βιβλία, μετά βίας τέλειωσα ένα. Αλλά ας είναι, καλύτερα από το ολότελα. Στη δουλειά μας, λοιπόν. Το Mr Mee του Andrew Crumey είναι ένα εξαιρετικό δείγμα πως η Αγγλική παραγωγή βιβλίων και συγγραφέων καλά κρατεί. Το έτερο βιβλίο του που έχω διαβάσει (το Μόμπιους Ντικ) μου φάνηκε χλιαρό. Μα τούτο εδώ είναι πραγματικό διαμάντι. «Αυτό είναι ένα βιβλίο που αξίζει να καθιερώσει τον συγγραφέα του», λέει στην κριτική του εξωφύλλου ο Jonathan Coe και δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω.

Η πλοκή χωρίζεται σε τρεις διαφορετικές ιστορίες. Η πρώτη αφορά τον υπέργηρο Mr Mee που κλεισμένος για χρόνια στο σπίτι του με την συντροφιά χιλιάδων βιβλίων ανακαλύπτει στην τρυφερή ηλικία των 88 την χαρά του διαδικτύου, του σεξ κι ένα σωρό άλλων θαυμαστών πραγμάτων. Η δεύτερη έναν ερευνητή της λογοτεχνίας και καθηγητή πανεπιστημίου που νομίζει πως είναι ερωτευμένος με μια φοιτήτρια του και ταυτόχρονα ασχολείται με τον Ρουσσώ. Η τρίτη εξελίσσεται την άνοιξη του 1761 κι αναφέρεται σε δυο τυχοδιώκτες που γνώρισε ο Ρουσσώ….

Και πώς ενώνονται όλα αυτά και φτιάχνουν μια εξαιρετική ιστορία; Η κόλλα εδώ δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ίδια η λογοτεχνία ( την ιστορία της οποίας ο συγγραφέας κατέχει καλά) και η μαστοριά, που κάνουν τον αναγνώστη όχι μόνο να μη βαρεθεί, αλλά να ζητά στο τέλος κι άλλο.


"Mr Mee", Andrew Crumey, ed, Picador, 2000, pg. 344

11/7/09

Κάθε τι στην ώρα του

Το διάβασμα και πολύ περισσότερο το γράψιμο είναι περίεργη διαδικασία. Απαιτεί μια διάθεση που δεν την έχω προσδιορίσει ακόμα, πιθανότατα γιατί δεν υπάρχει κανόνας. Και δε μιλάω μόνο για διαφορετικά άτομα που διαβάζουν σε διαφορετικές στιγμές τους, αλλά και για τον ίδιο άνθρωπο. Το πότε διαβάζουμε είναι απροσδιόριστο.

Όπως θα παρατηρήσατε, τις τελευταίες μέρες δε διαβάζω. Στην προσωπική μου ζωή συμβαίνει κάτι το πάρα πολύ ευχάριστο, η περίοδος είναι όμορφη και γεμάτη συναισθηματικά. Και παρ’ όλη τη γενική ηρεμία και ευφορία, δε διαβάζω. Θα περίμενε κανείς το αντίθετο, μα δε μπορώ να στρωθώ. Σα να μην μπορώ να συγκεντρωθώ.

Σε γενικές γραμμές δεν είμαι από τους ανθρώπους που χρειάζονται να είναι σε κακή στιγμή για να γράψουν. Το αντίθετο θα έλεγα, τις ώρες της δυστυχίας δεν μπορώ να εκφραστώ, τα γραπτά μου είναι στα όρια του ακατάληπτου. Μονάχα αργότερα, στη νηνεμία, μπορώ να αναπαράγω το συναίσθημα. Τώρα ανακαλύπτω πως το ίδιο συμβαίνει και με την ευτυχία.

Δεν είναι πως δεν είχα τέτοιες στιγμές και παλιότερα, μα τότε διάβαζα. Τώρα είμαι τελείως αποδιοργανωμένη. Σχεδόν φοβισμένη πως η όρεξη δε θα μου έρθει ποτέ ξανά. Και είναι κρίμα, γιατί μέχρι τώρα γραφή κι ανάγνωση πήγαιναν χέρι χέρι με τις καλές μου φάσεις. Θα δείξει…..

6/7/09

Το φαινόμενο Ζοζέ Σαραμάγκου

Για όποιον δεν έχει ανοίξει ποτέ βιβλίο του Πορτογάλου συγγραφέα, μια δυσάρεστη έκπληξη τον περιμένει. Στην πρώτη σελίδα, πιθανώς και στη δεύτερη δεν εμφανίζεται τελεία, ίσως όχι και κόμματα. Σε όλο το βιβλίο τα χαρακτηριστικά εισαγωγικά των διαλόγων δεν κάνουν ούτε στιγμή την εμφάνισή τους. Η παντελής έλλειψη στίξης θα μπορούσε να αποθαρρύνει τον κάθε αναγνώστη. (η μαμά μου συνηθισμένη στα ελληνικά μπεστ σέλλερ σίγουρα θα το παρατούσε εκεί και τότε). Για αυτούς τους γενναίους όμως που δεν θα υποχωρήσουν στην πρώτη δυσκολία, ο συγγραφέας επιφυλάσσει ένα αναπάντεχο δωράκι. Γιατί τί άλλο από δώρο μπορεί να είναι μια ιστορία γραμμένη από έναν από τους ελάχιστους εν ζωή μεγάλους συγγραφείς τους καιρού μας.

Ο ίδιος ο Σαραμάγκου κοροϊδεύει τους κριτικούς του λέγοντας πως δεν έχει πάει σχολείο. Η αλήθεια είναι πως αναγκάστηκε να το παρατήσει μικρός για να δουλέψει, αλλά συντακτικό και στίξη διάολε μαθαίνουν τα παιδιά στo δημοτικό. Εξάλλου ο Σαραμάγκου πάντα διάβαζε, δούλεψε σα μεταφραστής και δημοσιογράφος. Δεν είναι λοιπόν αυτός ο λόγος του φαινομενικά ανοργάνωτου γραψίματός του. Μπορεί να ήταν στην αρχή η αφορμή, μα τώρα είναι σίγουρα ηθελημένο. Και μόλις το προσπεράσεις, καταλαβαίνεις το νόημα και τη γοητεία του, Επίσης αντιλαμβάνεσαι πως δε θα μπορούσε να το κάνει ο καθένας. (Προσπάθησε και ο Μάρκες στο Φθινόπωρο του πατριάρχη και…δεν…).

Για αυτό πάνω από όλα σέβομαι τον άνθρωπο που κάποιοι υποστηρίζουν πως έκανε περισσότερο κακό παρά καλό στην μοντέρνα λογοτεχνία. Όχι, ο Σαραμάγκου δεν είναι εύπεπτος όπως τον κατηγορούν οι «λογοτεχνικοί» κύκλοι. Ούτε αγράμματος όπως υποστηρίζουν όσοι δεν έχουν τα άντερα να διαβάσουν παρά τα ευπώλητα της εποχής. Είναι μια κατηγορία από μόνος του. Και εντελώς παράδοξα, τον τελευταίο καιρό είναι μια κατηγορία που πουλάει.

Βιβλία όπως το Περί Τυφλότητας, η Πέτρινη Σχεδία, το Ευαγγέλιο και η Χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις, είναι αλληγορίες με τόσο έντονα λογοτεχνικά και πολιτικά μηνύματα που δεν μπορούν παρά να μείνουν στην Ιστορία.

1/7/09

Μαρία

Υπάρχει μια στιγμή που για το σύμπαν έχει σημασία αν υπάρχεις ή δεν υπάρχεις κι αυτή είναι η ώρα της γέννησης. Σε αυτή τη διαδικασία, το μωρό είναι αδιάφορο ακόμα, όλα αφορούν στη μητέρα. Η δική μου πέθανε στη γέννα. Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκην κακό ή καλό, δε μου έδωσε βαριά κληρονομιά για το μέλλον. Δεν την ήξερα και δεν την ξέρω, όσο κι αν προσπαθούν να μου την επιβάλλουν. Οι φωτογραφίες δεν αρκούν, ούτε τα μοιρολόγια. Πόσο μάλλον οι κατηγορίες.

Μεγάλωσα με τον πατέρα μου, που έκανε, όπως δήλωνε συνέχεια ο ίδιος με καμάρι, ό,τι καλύτερο μπορούσε. Με λίγα λόγια, δούλευε σαν το σκυλί δέκα ώρες την ημέρα και ταυτόχρονα έπαιζε που και που μαζί μου, όταν ευκαιρούσε. Για τους πατεράδες, παραδόξως, αυτό είναι το καλύτερο που μπορούν και μάλιστα χωρίς να νιώθουν καμία τύψη. Μάλλον εκεί είναι που αισθάνθηκα την απουσία μάνας, ειδάλλως δεν σου λείπει αυτό που δε γνωρίζεις.

Ήμουν εφευρετικό παιδάκι κι έμαθα από νωρίς να καλύπτω τις ανάγκες μόνη μου. Δε μιλώ μόνο για τα διαδικαστικά, φτιάξε πρωινό, ζέστανε το φαΐ σου, κάνε μπάνιο. Άρχισα να φτιάχνω τα πράγματα όμορφα γύρω μου, να δημιουργώ τις κατάλληλες συνθήκες για τα αριστουργήματά μου. Να αγαπώ τον εαυτό μου και να μη χρειάζεται κανένας να το κάνει για χάρη μου.

Δεν φόρεσα ποτέ χαρούμενα ροζ φορεματάκια, αν και ο πατέρας λέει πως πως απλά δεν το θυμάμαι. Η αλήθεια είναι πως οι μνήμες μου ξεκινούν αργά, περίπου στα δώδεκα. Πριν από αυτό είναι σαν να μην υπήρχα ούτε εγώ, ούτε εκείνος. Αλλά πάλι δεν έχει καμιά φωτογραφία να το αποδείξει, στο σπίτι εγώ – μωρό, παιδί, έφηβη– είμαι ανύπαρκτη.

Θα ήμουν αχάριστη, εάν έλεγα πως η παιδική μου ηλικία ήταν δυστυχής. Μεγάλωσα χωρίς την καθοδήγηση της μάνας, μα είχα εκείνον και δεν μου έλειψε τίποτα. Ο πατέρας μου δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ. Έλεγε πως το έκανε για μένα, αλλά εγώ πιστεύω πως ήταν ακόμα ερωτευμένος με κείνη, αιώνια πιστός στη σκιά της, βαριόταν να μπει στον κόπο του ερωτικού παιχνιδιού. Με λίγα λόγια, ή η μάνα μου ήταν η γυναίκα της ζωής του ή ήταν ανέραστος. Το αποτέλεσμα πάντως είναι το ίδιο, σε αυτόν τον τομέα δε με βοήθησε καθόλου.

Δεν μπορώ, ούτε μπόρεσα ποτέ να αποδεχτώ πλήρως τη σεξουαλική πράξη ως κάτι φυσιολογικό. Είναι ίσως που ο πατέρας με έβαζε με το ζόρι τις Κυριακές να πηγαίνω μαζί με τη θεία Ευτέρπη στις Εκκλησίες και τα κηρύγματα. Η έξωση από τον μελλοντικό παράδεισο για το προγαμιαίο σεξ είναι κάπως σοκαριστική. Μα πολύ περισσότερο από τη ρομφαία του Θεού, φοβάμαι την ίδια τη γέννηση και το θάνατο. Ο θάνατος και η γέννηση είναι μπερδεμένα στο μυαλό μου, αξεδιάλυτα μεταξύ τους κι αυτό κάνει το σεξ περίεργη διαδικασία.

Η πρώτη μου εμπειρία ήταν όταν ήμουν μεγάλη πια, γύρω στα είκοσι. Δεν ήμουν ποτέ, ούτε και τώρα είμαι, θηλυκή. Δε με πλησίαζαν τα αρσενικά, αν κι εγώ είχα πολλές σκέψεις και συναισθήματα για κάποια από δαύτα. Δε βοηθούσε και το ύψος μου, οι περισσότεροι άντρες φοβούνται μια γυναίκα ψηλότερή τους. Πάντα είχα τα μαλλιά μου κοντά, όπως τώρα, και τα χαρακτηριστικά του προσώπου τραχιά, στιγματισμένα από την ακμή.

Αν ξαναγυρίσουμε στο σεξ πάντως, αν το καλοσκεφτείς είναι μια τρελή ταλαιπωρία, κι αν ο καλός Θεός δεν το είχε κάνει κάπως απολαυστικό, κανένας δε θα έμπαινε σε αυτή την κατάσταση οικειοθελώς. Ο πατέρας μου μαράζωνε όσο μεγάλωνα και δεν είχα γκόμενο, θεωρούσε τον εαυτό του υπεύθυνο για αυτήν την κατρακύλα. Με κοιτούσε και λογάριαζε να πει στην θεία Ευτέρπη να με πάει για ψώνια, να πάψω πια να φοράω τζιν και τι-σέρτ, αλλά συνέχεια το αμελούσε. Θρηνούσε ακόμα το χαμό της μάλλον.

Στις φωτογραφίες η μάνα μου είναι πάντα κομψή και παιχνιδιάρα, γεμάτη νάζι. Στις φωτογραφίες πριν την γέννηση μου, που υπάρχουν με τους τόνους σε διάφορα άλμπουμ στο εξοχικό, οι γονείς μου είναι ευτυχισμένοι. Ο πατέρας μου δεν έγινε ποτέ έτσι μαζί μου. Τον καταλαβαίνω, το παιδί δε μπορεί να υποκαταστήσει τη γυναίκα. Ακόμα ζηλεύω.

Ο θάνατος του με απελευθέρωσε από όλες τις ενοχές για αυτό που είμαι. «Τέρας, σκότωσες τη μάνα σου και ο πατέρας σου πήγε από τον καημό της», είπε η θεία Ευτέρπη. Κανείς δεν της έδωσε σημασία, ήμουν πια είκοσι έξι κι είχα αρχίσει κρυφά από κείνον την ορμονοθεραπεία.

Δεν έφταιξα εγώ που γεννήθηκα έτσι, αυτό δεν καταλάβαινε Έφταιξε εκείνος που δεν πήρε μιαν απόφαση κι ας την άλλαζα μετά. Με έλεγε Μαρία, γιατί έμοιαζα με κοριτσάκι και είχα όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του φύλου, αλλά πάντα μου άφηνε την εναλλακτική να είμαι ο Μάριος. Δεν ήθελα, του το είχα δηλώσει από την αρχή πως το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι γυναίκα. Δε με άφηνε να πάρω τις ορμόνες, με ήθελε άφυλη.

Το ξέρω πως δε θα γεννήσω ποτέ, αυτό είναι ίσως μια κρυμμένη ευλογία. Το ξέρω πως τα χρωμοσώματά μου είναι Χ και Ψ, τύποις θα έπρεπε να είμαι άντρας. Αλλά δεν είμαι, αναισθησία στις ανδρικές ορμόνες, το λένε θαρρώ. Όταν έχεις αυτό που έχω, η αναπαραγωγή είναι αδύνατη. «Ξέρει ο Θεός που δίνει τα παιδιά», λέει η θεία Ευτέρπη. Μα πάντοτε ήμουνα γυναίκα και κανείς δε θα υποπτευόταν πως είχα όρχεις αντί για ωοθήκες μέσα στην κοιλία μου. Τους έβγαλα όταν ήμουν δεκατεσσάρων, τα άλλα μου όλα είναι θηλυκά.

Στην κηδεία του πατέρα φορούσα ένα κομψό, μαύρο φόρεμα, και οι ορμόνες είχαν επιτέλους χαλαρώσει την όψη μου. Κανέναν δεν ένοιαζε τί έλεγε η θεία Ευτέρπη, όλοι πάντοτε με λέγανε Μαρία. Κι αν ο πατέρας δε μπορούσε να το αποδεχτεί, αν ζητούσε το γιο που δεν του έκανε η μάνα, που του στέρησα εγώ με τη γέννηση και το θάνατο, δεν είχε καμία σημασία. Το μυστικό το είχε πάρει στον τάφο μαζί του. Ευτυχώς.