30/8/09

Τα λάθη μου

Αντιλαμβάνομαι τώρα, μετά από μια παύση σχεδόν δυο μηνών σε αυτά που γράφω, κάποια από τα σημεία που αποδυναμώνουν τα μυθιστορήματά μου. Η δημιουργία ενός διηγήματος είναι μια κάπως ευκολότερη ιστορία, γιατί πέρα από την αρχική καλή ιδέα, απαιτεί μια στοιχειώδη εξέλιξη του χαρακτήρα και συνήθως μια αναπάντεχη στροφή στο τέλος. Το μυθιστόρημα όμως είναι για δρομείς μεγάλων αποστάσεων κι όχι για μικρά, μικρά σπριντ.

Το βασικό μου λάθος είναι η ανικανότητα να αγαπήσω όλους τους χαρακτήρες μου. Έτσι, αυτός που σκέφτομαι, που γίνεται μέρος μου, εξελίσσεται και παίρνει ζωή ενώ οι γύρω του παραμένουν χάρτινοι, σχεδόν ένα με το φόντο. Στο προηγούμενο μου έργο δε, πιστεύω πως δε συνέβαινε καν αυτό. Ήταν μια ωραία ιστορία, καλοειπωμένη, αλλά ο χαρακτήρας ήταν έρμαιο της πλοκής χωρίς να έχει δική του προσωπικότητα που να μπορεί να επιβληθεί στα γεγονότα.

Ένα ακόμα προβληματικό κομμάτι είναι πως πιέζομαι να γράψω ακόμα κι όταν δε νιώθω έτοιμη γι’ αυτό. Είμαι τεμπέλα από φύση και εργασιομανής από θέση και το θέμα αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι. Η καθημερινή μου εργασία απορροφά μεγάλο μέρος από το χρόνο μου- κάποιες μέρες κοντά στις έντεκα ώρες- και πολλή από την ενέργεια μου. Είναι μια δουλειά που απαιτεί πνευματική εγρήγορση και σωματική καταπόνηση ταυτόχρονα. Κι έπειτα με περιμένει στο σπίτι ό,τι περιμένει μια χαρωπή νοικοκυρά. Άρα για γράψιμο μένει ελάχιστος χρόνος. Για την ακρίβεια μια ώρα τα πρωινά που την κλέβω από τον ύπνο μου. Όταν λοιπόν έχεις σηκωθεί κι η ώρα είναι 7, θέλεις δε θέλεις θα γράψεις. Γιατί λυπάσαι τον χαμένο ύπνο σου, αν μη τι άλλο. Κι αυτό δεν είναι το καλύτερο από πλευράς εμπνεύσεως.

Πολλά από τα άγρυπνα βράδια μου τα περνάω σκεπτόμενη τους ήρωες μου. Αλλά όχι όλους. Πολλά από τα πρωινά μου τα περνάω κοιτώντας την οθόνη του υπολογιστή με αγωνία. Και τώρα που η ζωή μου αναμένεται να αλλάξει περισσότερο, θα είναι ακόμα δυσκολότερο. Αλλά έστω και μια στιγμή έξαψης από μια εξαιρετική ιδέα, αξίζει τον κόπο.

Γι’ αυτό ίσως θα έπρεπε κάποια πρωινά να αφήνω τον εαυτό μου να χουζουρεύει. Ειδικά τώρα που ο ύπνος θα είναι πολύτιμος, σιγά σιγά.

24/8/09

"Σφαγείο Νο5", Kurt Vonnegut


Υπό κανονικές συνθήκες βαριέμαι λιγάκι να διαβάσω κείμενα για τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι ένα πολεμοχαρές κομμάτι της Ιστορίας που έχει αναλυθεί και αναλωθεί σε εκατοντάδες λογοτεχνικά έργα. Κι αν και καταλαβαίνω την ανάγκη του λογοτέχνη που έζησε ένα τόσο συνταρακτικό σημείο της Παγκόσμιας ιστορίας να εκφραστεί, εγώ πια σχεδόν αδιαφορώ.

Στο «Σφαγείο Νο5» του Κερτ Βόνεγκατ, όμως, η αίσθηση μου ήταν τελείως διαφορετική. Το βιβλίο αναφέρεται στον βομβαρδισμό της Δρέσδης, και σε έναν Αμερικανό στρατιώτη που βρέθηκε εκεί. Εστιάζει όμως στον εξευτελισμό του πολέμου, στην ανυπαρξία ηρωικότητας, στην βλακεία και τον παραλογισμό του χωρίς ίχνος περηφάνιας. Στα υπόλοιπα βιβλία, αν και «αντιπολεμικά», τα πολεμοχαρή αρσενικά που τα γράφουν έχουν πάντα έναν κόκκο κρυφής χαράς που μετείχαν και επέζησαν. Εδώ αυτή η αίσθηση καταστρέφεται, μένει μονάχα η δυνατότητα του ήρωα να μεταφέρεται στον χρόνο για να μην πονά, να μη θυμάται και στην τελική να μη ζει.

Και κάπου εδώ μπλέκονται και οι εξωγήινοι….. Συγκεκριμένα οι κάτοικοι του πλανήτη Τραλφάμαντορ που από καιρό σε καιρό επιδεικνύουν τον ήρωα μας στο ζωολογικό τους κήπο. Τίποτα πιο εξαιρετικό, από μια πραγματική τραγωδία με ένα εξωπραγματικό στοιχείο. Το είδος μου.

"Σφαγείο Νο5", Κερτ Βόνεγκατ, μετ. Φίλιππος Χρυσόπουλος, εκδ. Καστανίωτη, 2008, σελ.228

15/8/09

"Ένας τάφος για τον Μπόρις Νταβίντοβιτς", Danilo Kiš


Το βιβλίο του Ντανίλο Κις, «Ένας τάφος για τον Μπόρις Νταβίντοβιτς», το διάβασα υποψιασμένη. Είχα στο μυαλό μου ένα σωρό κριτικές, από ανθρώπους που εκτιμώ και μη, όλες θετικές. Ίσως για αυτό η πρώτη μου εντύπωση να ήταν χλιαρή.

Το βιβλίο αποτελείται από 7 διαφορετικές ιστορίες, για να καταλήξει στο διήγημα για το θάνατο του Μπόρις Νταβίντοβιτς Νόβσκι. Τα κεφάλαια αυτά ακολουθούν όλα το ίδιο μοτίβο- δράση, βασανισμός και εκτέλεση. Και το κοινό δεν είναι ούτε τα πιστεύω, ούτε ο βασανιστής, ούτε και το ποιόν του εκτελεσθέντος (αν και οι περισσότερες από αυτές αναφέρονται στην εποχή του Στάλιν). Είναι η υποκρισία. Και η δύναμη. Και η δυνατότητα να κατηγορήσεις και να σκοτώσεις. Στην τελική η ιστορία του Μπορίς Νταβίντοβιτς Νόβσκι στα 1930 και η ιστορία του Μπαρούχ Νταβίντ Νόιμαν στα 1330 είναι η ίδια ιστορία. Με άλλον ισχυρό, άλλες πλαστές κατηγορίες, άλλη πραγματική δράση, αλλά τον ίδιο κύκλο και την ίδια κατάληξη. Ο ίδιος ο συγγραφέας στο σημείωμά του αναφέρει τη ρήση του Μπόρχες. «Ο κόσμος καταστρέφεται περιοδικά από τη φλόγα που του έδωσε ζωή κι έπειτα ξαναγεννιέται για να ζήσει την ίδια ιστορία».

Και μιας και το αναφέραμε, ας έρθουμε στον Μπόρχες. Ο χαρακτηρισμός του Κις ως «ο Ευρωπαίος Μπόρχες» δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως ένα ακόμα τερτίπι των κριτικών. Καταλαβαίνω πως στη λιτή φόρμα των διηγημάτων αυτών υπάρχει ένας σπόρος, μα δεν υπάρχει η τρέλα και το μεγαλείο. Εδώ μιλάμε για ένα Σέρβο συγγραφέα, που κουβαλά τις μνήμες του παρελθόντος του, που εξαιρετικά αφηγείται αυτό που ανθρώπινα τον καίει, αλλά δεν είναι Μπόρχες.

Αν διάβαζα το βιβλίο δίχως τις κριτικές στην πλάτη μου και τους διθυράμβους πιθανότατα να έμπαινα πιο γρήγορα στο πνεύμα. Και να εντυπωσιαζόμουν περισσότερο.

"Ένας τάφος για τον Μπόρις Νταβίντοβιτς", Danilo Kiš, μετ. Μαρία Κεσίνη, εκδ. Κέδρος, 2009, σελ. 168

4/8/09

Το σπίτι της σιωπής


Το βιβλίο του Ορχάν Παμούκ «Το σπίτι της σιωπής» δεν ήταν από τα αδιάβαστα της βιβλιοθήκης μου, το πήρα σε μια κρίση ενθουσιασμού στο αεροδρόμιο και δεν το μετάνιωσα. Ο συγγραφέας έχει μοναδική αφηγηματική δεινότητα, και χωρίς να λέει μια πρωτότυπη ιστορία, κρατά συνεχώς το ενδιαφέρον.

Στην Τουρκία που εκσυγχρονίζεται, μένουν πράγματα αναλλοίωτα στο χρόνο. Σαν μια παλαιολιθική γιαγιά που μένει σε ένα σχεδόν ερειπωμένο σπίτι με υπηρέτη ένα νάνο που τον μισεί και τη μισεί. Μια γυναίκα που δεν μπορεί να αγαπήσει κανέναν, ούτε τον εαυτό της, που δε βρίσκει έστω λίγη χαρά όταν τα τρία ενήλικα εγγόνια της την επισκέπτονται. Τα εγγόνια, ένας καθηγητής ιστορίας, χοντρός και μέθυσος που τον έχει παρατήσει η γυναίκα του, μια νεαρή γυναίκα που διαβάζει την κομμουνιστική εφημερίδα και ένας ανόητος νεαρός που ονειρεύεται να πάει να σπουδάσει στην Αμερική με τα λεφτά που θα πάρει αν η γιαγιά δώσει το σπίτι αντιπαροχή, προσπαθούν να νικήσουν τους δικούς τους δαίμονες. Στην ζωή τους μπαίνει και ο ανιψιός του νάνου, ένας νέος που έχει προσχωρήσει στους εθνικιστές και τελικά θα έχει κακά ξεμπερδέματα.

Το κουβάρι του παρελθόντος και του παρόντος μπλέκονται αρμονικά, η θρησκόληπτη Τουρκία που δε βλέπει πέρα από τη μύτη της ( με την μορφή της γιαγιάς) συγκρούεται με το καινούριο που έρχεται, τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου και την έννοια της επιστήμης ( με τη μορφή του ξεχασμένου παππού) και τα παλιά αμαρτήματα έρχονται και κάθονται στο σβέρκο του παρόντος, χωρίς κανείς να μπορεί να τα αποτινάξει.

Άλλο βιβλίο του συγγραφέα δεν έχω διαβάσει, και η αλήθεια είναι πως τον τελευταίο καιρό προτιμώ βιβλία που έχουν ένα στοιχείο μαγικό ή φουτουριστικό. Μα αυτό αξίζει να το διαβάσει κανείς κι ας είναι μια καθαρή ηθογραφία.