29/6/17

Ξαναδιαβάζοντας την Άννα Καρένινα.



Διάβασα πρώτη φορά την Άννα Καρένινα, εκεί γύρω στα δεκαπέντε μου, μαζί με όλον τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι, γιατί εκείνη τη χρονιά «διάβαζα τους Ρώσους». Έκτοτε αν κι έχω ξαναδιαβάσει σχεδόν όλα τα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι ενήλικη και σε διαφορετικές δεκαετίες ζωής, δεν είχα διαβάσει ξανά κανένα του Τολστόι. Ήρθε η ώρα της Καρένινα τώρα, σχεδόν 25 χρόνια μετά την πρώτη ανάγνωση. 

Την ιστορία της ίδιας της Άννας την θυμόμουν καλά και με λεπτομέρειες, αντίθετα, είχα σβήσει όμως από τη μνήμη μου τον έτερο πρωταγωνιστή – η ιστορία του καταλαμβάνει τις μισές και πλέον σελίδες του μυθιστορήματος-, τον Λέβιν. Το βιβλίο κινείται σε δύο άξονες, από την μια η πανέμορφη κοσμική αριστοκράτισσα Άννα και από την άλλη ο ευγενής αγρότης, Κονταντίν Λέβιν, φίλος του αδελφού της, Στεπάν Ομπλόνσκι. Οι δυο κεντρικοί ήρωες διάγουν βίους παράλληλους, μπλέκουν από μακριά και δεν συναντιούνται παρά μόνον σε μία σκηνή. Όπου σαγηνεύουν ο ένας τον άλλον. Παρ’ όλα αυτά, ο ένας μοιάζει να συμπληρώνει τον άλλο, σαν να πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: των σκέψεων και των ανησυχιών του συγγραφέα. 

Η γοητευτική Άννα Καρένινα, παντρεμένη με τον σχολαστικό δημόσιο υπάλληλο, και είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της, Αλεξέι Καρένιν, απολαμβάνει να θαμπώνει τους άντρες με την ομορφιά της- το άσπρο μπούστο, τους στρογγυλούς της ώμους, τα παχουλά της χέρια, τα μαύρα κατσαρά μαλλιά. Ώσπου σε έναν χορό γνωρίζει τον Αλεξέι Βρόνσκι, πολύφερνο γαμπρό που κορτάρει με την ομορφούλα Κίτι. Η Κίτι έχει ήδη απορρίψει την πρόταση γάμου του αριστοκράτη, αλλά κάπως απόμακρου και αποκομμένου Λέβιν, και περιμένει διακαώς την πρόταση του Βρόνσκι που δεν θα έρθει ποτέ, γιατί θα του πάρει τα μυαλά η Καρένινα. 

Η ιστορία της απιστίας της Άννας, της παθολογικής της αγάπης για το παιδί της με τον Καρένιν, τον Σεργιόσα, και της απάθειας της προς το παιδί της με τον Βρόνσκι, αλλά ταυτόχρονα και ο βίος και η πολιτεία της Κίτι και του Λέβιν, ξεδιπλώνονται σε 1200 σελίδες, στήνοντας μια τοιχογραφία της αριστοκρατίας στη Ρωσία της εποχής. Ο Τολστόι βάζει πολύ σημαντικά ζητήματα ηθικής, όπως και γάμου, μονογαμίας, αγάπης, έρωτα, τέχνης, ανίας, θρησκείας. Ταυτόχρονα δεν αμελεί να ασχοληθεί με την πολιτική ζύμωση που συμβαίνει ήδη στην εποχή του στην χώρα του και κάποια χρόνια μετά θα οδηγήσει στην επανάσταση. Οι σκέψεις του Λέβιν (που είναι το άλτερ ίγκο του) για την αριστοκρατία, τους μουζίκους, την πολιτική, τη δουλειά, την αγάπη, το Θεό είναι ένα κουβάρι, που τον ξεχωρίζει από τους ομοίους του, αλλά αμφιβάλλω πως θα τον σώσει. 

Η Καρένινα αν και θα έπρεπε να είναι απωθητική ως μοιχαλίδα, ως γυναίκα που παρατά το παιδί της για χάρη ενός έρωτα, ως μια γυναίκα που κατασπαταλά επιδεικτικά τόσα χρήματα, σκιαγραφείται με τόση αγάπη, που τελικά προκαλεί τον οίκτο αντί την αποστροφή. Είναι μια γυναίκα βαθύτατα διαταραγμένη, που δεν μπορεί να ακολουθήσει την κοινωνική σύμβαση- ο Καρένιν είναι διατεθειμένος να κάνει τα πάντα για να μην ατιμαστούν, να δεχτεί τον εραστή, να αναγνωρίσει το παιδί του εραστή ως δικό του- με μοναδικό όρο να τηρούνται τα προσχήματα. Η Άννα όμως δεν μπορεί να γίνει όπως όλοι οι άλλοι και οι άλλες. Τα δίνει όλα για τον έρωτα, βρίσκεται τελικά κοινωνικά αποκλεισμένη, μακριά από το παιδί που υπεραγαπά, με ένα παιδί που δεν αγαπά [η νύξη για την επιλόχειο κατάθλιψη είναι εντυπωσιακή], τυφλωμένη από τη ζήλια για τον Βρόνσκι. Ο δε Βρόνσκι, όταν περνά ο πρώτος ενθουσιασμός της κατάκτησης- η Άννα είναι η ομορφότερη, φοβερό τρόπαιο- αρχίζει να βαριέται οικτρά, να μην αντέχει τη μονοτονία της καθημερινότητας, να ξεπορτίζει. Φυσικά για αυτόν, τον άντρα, όλες οι κοσμικές πόρτες είναι ακόμα ανοιχτές, μόνο για την "ένοχη" γυναίκα κλείνουν όλες. 

Η Καρένινα γράφτηκε σε ταραγμένη εποχή για τον συγγραφέα της, σε μια περίοδο που εντάθηκαν οι θρησκευτικές και φιλοσοφικές του αναζητήσεις που τελικά τον πήραν μακριά από τη λογοτεχνία. Είναι ένα μεστό αριστούργημα, ένα βιβλίο που συμπυκνώνει όλα όσα απασχολούσαν τον Τολστόι τότε. Μα πάνω από όλα είναι ένα βιβλίο που θα διαβάζεται με αμείωτο ενδιαφέρον όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες φορές κι αν το έχει διαβάσει κανείς. 





                                                                                   Κατερίνα Μαλακατέ



«Άννα Καρένινα», Λέων Τολστόι, μετ. Άρης Αλεξάνδρου, εκδ. Άγρα, 2010, σελ.1261







Υ.Γ. 42 That said, συνεχίζω να παραμένω Ντοστογιεφσκικιά. 
Υ.Γ. 42-42 Και διατριβή να γράψει κανείς για την Καρένινα όλα τα θέματα που πραγματεύεται δεν πρόκειται να τα θίξει σε βάθος. 


23/6/17

«Εκουατόρια», Μιχάλης Μοδινός



Ένα βιβλίο ξεχωριστό είναι η "Εκουατόρια" του Μιχάλη Μοδινού, πολύ διαφορετικό από αυτά που γράφουν οι Έλληνες συγγραφείς της γενιάς του- κοσμοπολίτικο, γεμάτο ιστορικά και επιστημονικά στοιχεία, και χαρακτήρες μεγαλύτερους από τη ζωή. Ένα βιβλίο για ένα Ποτάμι, και μια Ήπειρο. Πόσο να ομφαλοσκοπήσει το Ποτάμι, πόσο η Ήπειρος. 

Αφηγητής του Μιχάλη Μοδινού είναι ο Μιχάλης Μοδινός, Ρωμιός βαμβακέμπορος γεννημένος το 1830, που ζει στην Ζανζιβάρη. Μαζί με την Αγγλίδα γυναίκα του Έβελυν –αυτοί είναι οι δύο επινοημένοι χαρακτήρες του βιβλίου, όλοι οι υπόλοιποι είναι εντελώς πραγματικοί- παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον την διείσδυση των Ευρωπαίων εξερευνητών στην Αφρική. Από τις δικές του αφηγήσεις μαθαίνουμε τις περιπέτειες τριών μεγάλων εξερευνητών-κατακτητών του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα που χρησιμοποιώντας όλα τα νέα μέσα- γεωγραφικά, μεταφοράς, επικοινωνίας αλλά και φαρμακευτικής- προσπαθούν να απαντήσουν σε ένα σπουδαίο ερώτημα: πού είναι οι πηγές του Νείλου. 

Ο αφηγητής μας, που έχει παθιασμένη και ελεύθερη σεξουαλικά σχέση με την Έβελυν, κάποια στιγμή θα καταλάβει πως ο γάμος του έχει καταστραφεί και θα αναζητήσει αυτό που πάντα λαχταρούσε μέσα στην πλήξη της τακτοποιημένης του ζωής, την περιπέτεια. Έτσι θα βρεθεί στην Εκουατόρια, μια επίγεια ουτοπία που στήνεται για είκοσι χρόνια στην καρδιά της Αφρικής, όπου Ευρωπαίοι- από στρατηγούς ως λιποτάκτες-, Μαύροι και Άραβες- ακόμα και δουλέμποροι-, συνυπάρχουν αρμονικά, βάζοντας στην άκρη τις διαφορές τους, βάζοντας τον έναν πολιτισμό να δουλέψει υπέρ του άλλου. Αλλά η Εκουατόρια, όπως όλες οι ουτοπίες, έχει ημερομηνία λήξης· τελειώνει όταν ο έξω κόσμος την ανακαλύπτει κι αποφασίζει να τη σώσει. 

Ήδη από την περιγραφή της πλοκής φαίνεται πόσο δύσκολο είναι να καλύψει κανείς με λίγα λόγια όλα τα σπουδαία και σημαντικά που πραγματεύεται το μυθιστόρημα. Πρώτα το μεγάλο ιστορικό και γεωπολιτικό θέμα της αποικιοποίησής της Αφρικής. Ένας εξελιγμένος επιστημονικά πολιτισμός εισδύει – όχι πάντα ειρηνικά- σε έναν πιο πρωτόγονο, κι η μίξη μοιάζει εκρηκτική. Μεγάλο μέρος της οικονομίας της Αφρικής κινείται από το δουλεμπόριο – που οι λευκοί εξερευνητές διατείνονται πως θέλουν να πατάξουν, αλλά στην ουσία όλο και συνεργάζονται με κάποιον δουλέμπορο. Η Αφρική, με τον παλαβό καιρό της, το περίεργο έδαφος, τις μυριάδες ασθένειες, του διάσπαρτους διαφορετικούς μικροπολιτισμούς, την ανιμιστική θρησκεία, υποτάσσεται και δεν υποτάσσεται στους Μουσουλμάνους και τους Χριστιανούς. Η θρησκεία πανταχού παρούσα καθορίζει την Ιστορία. Από τις πιο ενδιαφέρουσες σελίδες του βιβλίου εξάλλου είναι αυτές όπου ξεσπά μια τοπική τζιχάντ.

Η Εκουατόρια είναι αναντίρρητα ένα πολιτικό βιβλίο, είναι αδύνατον να μην κάνεις πολιτικές αναγωγές στην τωρινή πολιτική κατάσταση, να μην συνειδητοποιήσεις δυο τρία πράγματα για τον πολιτισμό μας που είναι βασισμένος στο ίδιο τρίπτυχο όπως και τότε, το χρήμα, την τεχνολογία, την θρησκεία.  Η σύγκρουση ανάμεσα στη θρησκεία και την επιστήμη είναι το άλλο βασικό θέμα. Όπως κι ο έρωτας, οι σχέσεις, ο διαφορετικός τρόπος που αντιμετωπίζουν το σεξ ο- προερχόμενος από πατριαρχικές κοινωνίες- Ευρωπαίος, ο Μουσουλμάνος και ο αυτόχθονας Αφρικανός. 

Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση αναγκάζει το συγγραφέα πολλές από τις ιστορίες να μας τις αφηγηθεί αντί να τις δείξει. Ο Μοδινός έχει μεγάλο ταλέντο στην περιγραφή της φύσης και του τοπίου και χρησιμοποιεί ένα ευφυές τρικ, για να μας δώσει τις πιο πικάντικες πλευρές της Ιστορίας, βάζει την Έβελυν, τη γυναίκα του αφηγητή, να τις διηγείται ως κουτσομπολιά στον άντρα της. Η αρχική εντύπωση του αναγνώστη είναι πως πηγή έμπνευσης για τον συγγραφέα Μιχάλη Μοδινό είναι ο Κόνραντ, ο Σελίν, ακόμα κι ο Ιούλιος Βερν. Ενώ, χάρτες, φωτογραφίες, πραγματολογικά στοιχεία φέρνουν στον μυαλό αναπότρεπτα τον Ζέμπαλντ. Ο ίδιος ο συγγραφέας πάλι, αν τον ρωτήσεις, θα μιλήσει για τον Μαρκ Τουέιν, κι ένα άλλο ποτάμι. Το ενδιαφέρον είναι πως ο Μοδινός, πέρα από την έρευνα σε κιτάπια και αρχεία, έχει κάνει και έρευνα πεδίου, έζησε για χρόνια στην Αφρική, κατέχει το θέμα.

Η «Εκουατόρια» είναι αναμφίβολα ένα σημαντικό μυθιστόρημα. Μπλέκει την Ιστορία με την μυθοπλασία, αντλεί από την γεωγραφία και την πολιτική, αφορά μια ουτοπία που είναι και δεν είναι πραγματική. Παράλληλα, πραγματεύεται σχεδόν όλα τα σοβαρά θέματα, αυτά που καίνε την ανθρωπότητα από καταβολής κόσμου. Η γλώσσα και η αφήγηση είναι εξαιρετικά δουλεμένα, πουθενά δεν μένουν κλωστές και λυμένες ραφές. Για μένα δεν μένει πια άλλο από το να αρχίσω αργά και μεθοδικά να διαβάζω και τα υπόλοιπα βιβλία του Μοδινού. 


                                                                                      Κατερίνα Μαλακατέ




«Εκουατόρια», Μιχάλης Μοδινός, εκδ. Καστανιώτη, 2016, σελ. 394











Ακούστε την ραδιοφωνική μας συνέντευξη με τον Μιχάλη Μοδινό στο Διαβάζοντας@amagi εδώ: 











18/6/17

Ραδιοφωνικό Διαβάζοντας






Κλήρωση! Και εκπομπή! Μαζί μας στο σημερινό ραδιοφωνικό Διαβάζοντας ο συγγραφέας και κριτικός, Μιχάλης Μοδινός. 





Κληρώνουμε 2 αντίτυπα του νέου του βιβλίου "Εκουατόρια", ευγενική προσφορά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Για να λάβετε μέρος στην κλήρωση πατήστε "Μου αρέσει" και κοινοποιήστε ή/και σχολιάστε στο ποστ της εκπομπής στο φβ ή απλά αφήστε ένα σχόλιο εδώ από κάτω.  Η κλήρωση θα γίνει κατά τις 7:50μ.μ. on air.
Μη μας χάσετε, 6-8μ,μ. πάντα στον www.amagi.gr.



Τις παλαιότερες εκπομπές τις ακούτε όλες εδώ:





15/6/17

"Τι συμβαίνει με τα βατόμουρα;", Γιούλη Αναστασοπούλου,



Βατόμουρα υπάρχουν, φροντίζει το σύστημα.

Ένα γρανάζι δουλεύει συνεχώς κάτω από την πόλη και φροντίζει για τα πάντα. Αυτό και η βατόμουρα ελ τι ντι, η εταιρεία που δουλεύουν όλοι. Αν είναι αρκετά δυνατοί, στο ξύσιμο. Αλλά ακόμα και αυτοί που δεν τα καταφέρνουν, γίνονται οδηγοί και την αγαπάνε τη δουλειά τους- ενίοτε και την καρότσα του φορτηγού τους.

Μια σπονδυλωτή δυστοπία, μια αλληγορία με πολλές δόσεις χιούμορ, διηγήματα που κάποιες φορές θυμίζουν Τομ Ρόμπινς, άλλες ρέπουν προς τον Πόε. Σίγουρα ένα βιβλίο που νοιάζεται πολύ για την γλώσσα- κάποιες φορές όμως ένιωσα πως το νοιάξιμο για τη γλώσσα κατάπιε την ιστορία. Αυτό είναι καλό στην ποίηση, αλλά σπανίως καλό στη λογοτεχνία.

Και μια μηχανή του κιμά να αλέθει βατόμουρα, για εξώφυλλο. Ένα από τα καλύτερα εξώφυλλα της φετινής παραγωγής.

Πολίτες ευτυχείτε 

Η Γιούλη Αναστασοπούλου παίζει με την έννοια της κανονικότητας, της κοινωνικής συνοχής, της συνέχειας και της συνήθειας. Το «Τι συμβαίνει με τα βατόμουρα» δεν είναι ένα βιβλίο για όλους. Κάποιοι θα ενοχληθούν από το στιλιζάρισμά του, την παιχνιώδη του διάθεση για όλα αυτά που φαίνονται πολύ σοβαρά στη ζωή μας: τη δουλειά, κι την οικογένεια και το σύστημα, και τα βατόμουρα, και το γρανάζι. 

Κάποιοι άλλοι όμως θα περάσουν ένα μάλλον λαμπρό και διασκεδαστικό απόγευμα διαβάζοντάς το. Ανάμεσα στη φάρσα και το παραμύθι, το θρίλερ και την κωμωδία, κάπου ανάμεσα στην ουτοπία και τη δυστοπία, τα "βατόμουρα" είναι ένα βιβλίο για σκεπτόμενους αναγνώστες· ένα πολιτικό βιβλίο. Που περιγράφει την εποχή μας με όρους εντελώς απτούς. Αν εξαιρέσει κανείς, τα βατόμουρα, το γρανάζι, και το σύστημα.

Κάποτε είχαμε ένα σύστημα, κι όλα ήτανε καλά.

Ομολογώ πως με εντυπωσίασε η γραφή της Γιούλης Αναστασοπούλου, το βιβλίο της είναι από όλες τις πλευρές άρτιο. Του λείπει ίσως λίγη ψυχή, λίγη ανθρωπιά. Πιστεύω πως αν η συγγραφέας βρει την ισορροπία ανάμεσα στο στυλ και το πρωτογενές συναίσθημα θα μας δώσει εξαιρετικά βιβλία στο μέλλον.


                                                                                Κατερίνα Μαλακατέ




"Τι συμβαίνει με τα βατόμουρα;", Γιούλη Αναστασοπούλου, εκδ. Θράκα, 2016, σελ. 121












Υ.Γ.42 Οι προτάσεις με μπλε γράμματα είναι οι τίτλοι των τριών κεφαλαίων του βιβλίου



12/6/17

«Ποτέ και πουθενά», Neil Gaiman





"Για τις πόλεις ισχύει το ίδιο που ισχύει και για τους ανθρώπους, κύριε Βάντερμαρ", είπε ο κ. Κρουπ. "Τα έντερά τους είναι ο καθρέφτης της υγείας τους".

Με χιούμορ, αφηγηματική άνεση, παιχνίδια του μυαλού και της γλώσσας, ο Νιλ Γκέιμαν στήνει στο «Ποτέ και πουθενά» ένα σύμπαν παραληρηματικό και γκροτέσκο, ονειρικό, δίκαιο και άδικο μαζί, που μοιάζει αρχικά σαν να μεταγράφει την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων και μετά σαν να πρόκειται για μια πολύ καλή ταινία δράσης και τρόμου.

Το «Ποτέ και πουθενά» γράφτηκε αρχικά ως σενάριο τηλεοπτικής σειράς, όμως ο νεαρός τότε Γκέιμαν απηύδησε με τις συνεχείς αλλαγές στο σενάριό του, κι αποφάσισε να το κάνει μυθιστόρημα με τους δικούς του όρους. Κι έτσι κατέληξε με ένα ευρηματικό βιβλίο, που χαίρεσαι να το διαβάζεις.

Η πλοκή έχει ως εξής: ο Ρίτσαρντ Μέιχιου είναι στέλεχος εταιρίας, βγάζει καλά λεφτά κι έχει μια αρραβωνιαστικιά την Τζέσικα που το μόνο που την νοιάζει είναι το στάτους της και η εμφάνισή της. Ο Ρίτσαρντ, μια βραδιά που στο τσακ προλαβαίνει να τα κάνει όλα σωστά κι ενώ προχωρά με την Τζέσικα για ένα πολύ σημαντικό δείπνο, βλέπει πεσμένη στο δρόμο μια κοπέλα, αβοήθητη. Έξω από κάθε λογική, παρατάει σύξυλη την έξαλλη Τζέσικα και περιθάλπει την κοπέλα. Η περιπέτεια ξεκινά. 

Το επόμενο πρωί είναι αόρατος για τους συναδέλφους του, η Τζέσικα δεν θυμάται καν την ύπαρξή του, και η μόνη του επιλογή είναι να γλιστρήσει μέσα από τις χαραμάδες στο κάτω Λονδίνο. Εκεί, ανάμεσα σε πληρωμένους προαιώνιους φονιάδες, φατρίες, ποντίκια, μαρκήσιους και το κορίτσι που το λένε Ντορ, θα ζήσει μέσα στους χειρότερούς του εφιάλτες. Ανά πάσα στιγμή κινδυνεύει να χάσει τη ζωή του, έχει μεταμορφωθεί σε έναν κουρελή και βρώμικο ζητιάνο, περνά δοκιμασίες στους κλειστούς και απαρχαιωμένους σταθμούς του Μετρό, και μαθαίνει πως οι αλιγάτορες στους υπονόμους δεν είναι αστικός μύθος.

Αστικός μύθος είναι πάντως πως η γεμάτη άγχος ζωή ενός μεγαλοστελέχους, με τις δεξιώσεις, τα λεφτά και τις γκλάμουρους γκόμενες, έχει νόημα. Αστικός μύθος είναι πως ένας φλούφλης ανερχόμενος νεόπλουτος όπως ο Ρίτσαρντ δεν μπορεί τελικά να γίνει σούπερ ήρωας. 

Το παραμύθι που στήνει ο Γκέιμαν μοιάζει αρχετυπικό, σε σημεία μάλιστα βρωμάει και λίγο διδακτισμό. Παρ’ όλα αυτά ο κεντρικός του χαρακτήρας είναι εξαιρετικά ζωντανός, ενώ οι δευτερεύοντες, με προεξάρχοντες τον «καλό» μαρκήσιο Καραμπάς και τους κακούς κ.Κρουπ και Βάντερμαν, πραγματικό κέντημα. 

Ο συγγραφέας, μέσα σε όλα αυτά κατορθώνει να γράψει μια εξαιρετική αλληγορία, σε βάζει να σκεφτείς για τη δική σου «ασφαλή και τακτοποιημένη» ζωή, για τους «φίλους», τη «δουλειά», την «σχέση» σου αλλά και την «τρέλα», την «ανασφάλεια», την περιπέτεια. Του αρέσει να παίζει με την έννοια του χρόνου και του τόπου, ενώ φαίνεται να τον βασανίζει- κι εμάς μαζί- η πραγματικότητα- τι είναι, ποια είναι, ποιος την ορίζει, αν υπάρχει. Όλα αυτά με διαβολεμένο χιούμορ, γρήγορους διαλόγους, μπαρόκ φάντασυ σκηνές και περιγραφές. Με λίγα λόγια το «Ποτέ και πουθενά» είναι ένα πληθωρικό κατασκεύασμα, που εδραίωσε τον Γκέιμαν στο μυαλό του μέσου αναγνώστη ως συνεχιστή του Πράτσετ αλλά και του Ντικ· και όχι άδικα.


                                                                              Κατερίνα Μαλακατέ




«Ποτέ και πουθενά», Νιλ Γκέιμαν, μετ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Ίκαρος, 2017, σελ. 466









Υ.Γ. 42 Πρόκειται για φοβερή έκδοση και εξαιρετική μετάφραση.

8/6/17

Μαλακατέ και Αναστασοπούλου απόψε στο Έναστρον





Το Βραβείο Νέου Λογοτέχνη δίδεται τα τελευταία χρόνια από το Περιοδικό Κλεψύδρα σε λογοτέχνη κάτω των 40 ετών που έχει εκδώσει έως τρία βιβλία. Υποψήφια είναι όλα τα βιβλία που εκδόθηκαν την συγκεκριμένη χρονιά και οι συγγραφείς τους πληρούν αυτούς τους δύο όρους. Η short list περιλαμβάνει 10 λογοτέχνες.

 "Το Σχέδιο" ( Εκδόσεις Μελάνι) που εκδόθηκε το 2016 είναι στη βραχεία λίστα για το 2017. Ελάτε απόψε στο Έναστρον Βιβλιοκαφέ στις 8μ.μ., θα συμπαρουσιάσουμε τα 2 τελευταία βιβλία αυτής της λίστας, το δικό μου και το "Τι συμβαίνει με τα βατόμουρα" της Γιούλης Αναστασοπούλου ( Θράκα Περιοδικό Εκδόσεις). Μαζί μας στην κουβέντα οι συγγραφείς Βαγγέλης Μπέκας και Μαρία Λιάκου.

Η βραχεία λίστα του 2017 περιλαμβάνει τους εξής λογοτέχνες:

Βασίλης Δανέλλης- "ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟ ΤΡΕΝΟ" (εκδ. Καστανιώτη)

Θανάσης Σταμούλης- "Η ΣΚΙΑ ΣΤΟ ΔΕΝΤΡΟ" (εκδ. Ποταμός)

Μαριλένα Παπαϊωάννου-ΚΑΤΕΒΑΙΝΕΙ Ο ΚΑΜΟΥΖΑΣ ΣΤΟΥΣ ΦΟΥΡΝΟΥΣ (εκδ. της Εστίας)

Ούρσουλα Φωσκόλου- ΤΟ ΚΗΤΟΣ (εκδ. Κίχλη)

Χρήστος Αρμάντο Γκέζος- ΤΡΑΜΠΑΛΑ (εκδ. Μελάνι)

Παναγιώτης Κεχαγιάς- ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ (εκδ. Αντίποδες)

Δάνης Κουμασίδης- ΔΩΔΕΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΑ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ (Κέδρος)

Μαριαλένα Σπυροπούλου- ΡΟΥ (Μεταίχμιο)

Κατερίνα Μαλακατέ- ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ (εκδ.Μελάνι)

Γιούλη Αναστασοπούλου- ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΑ ΒΑΤΟΜΟΥΡΑ (εκδ. Θράκα)

5/6/17

"Καϊάφας", Νίκος Αδάμ Βουδούρης



Εξαιρετικά ολιγογράφος και ακριβολόγος, ο Νίκος Αδάμ Βουδούρης με το δεύτερο μόλις βιβλίο, τον «Καΐάφα», δίνει το στίγμα του ως πεζογράφος. Η ιστορία είναι σχετικά απλή, όμως κατορθώνει να μιλήσει για θέματα βαθιά και ουσιαστικά. Ο ήρωας του, που αφηγείται πρωτοπρόσωπα, είναι ένας άντρας σε κρίση. Έχει μια καλή συμβατική δουλειά, ως coordinator σε μια εταιρεία και ζει με τη μητέρα του. Μια μέρα του καλοκαιριού τα παρατάει όλα, μπαίνει στο αμάξι χωρίς σαφή προορισμό και καταλήγει στις παραλίες της Πελοποννήσου. 

Εκεί, βρίσκει έναν σκύλο, τον Σαμψών, που φαίνεται πως δεν είναι πολύ καλά- μοιάζει συνέχεια εξαντλημένος κι όλο κάνει εμετούς. Άνθρωπος και σκύλος θα γλείψουν ο ένας τις πληγές του άλλου. Ο ήρωας μας θα πιάσει δουλειά ως σερβιτόρος για να εκτονώσει σωματικά την ψυχική ένταση που συσσωρεύεται εντός του. Θα κάνει σοβαρές προσπάθειες να εφεύρει ξανά τον εαυτό του- τρεις φορές θα αλλάξει όνομα. Και θα αποτύχει. 

Πρόκειται για έναν άνθρωπο που θέλει να ελευθερωθεί από τις συμβάσεις και να ανακαλύψει την ταυτότητά του, κι έτσι βρίσκει πρόσκαιρη ανακούφιση στην αγάπη και την τρυφερότητα του Σαμψών. Όταν καταλαβαίνει πως τα πράγματα φτάνουν στα όρια για τον σύντροφό του και πρέπει να τον πάει στον κτηνίατρο, οι άμυνες του καταρρέουν. Δεν έχει πια δικαιολογία να αγνοεί τα στοιχεία του ιδιοκτήτη που είναι γραμμένα στο περιλαίμιο του σκύλου, χάνει κι αυτή τη συντροφιά. Και καταλήγει πάλι μόνος.

Το χαρακτηριστικό τοπίο της Αχαΐας, της Ηλείας και της Μεσσηνίας, οι παραλίες, αλλά και τα δέντρα και τα βουνά, πρωταγωνιστούν. Από τα ωραιότερα σημεία του βιβλίου είναι οι περιγραφές της φύσης, που δείχνει να συμπάσχει με τον ήρωα. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως η δράση τοποθετείται χρονικά της εποχή με τις πυρκαγιές, όταν όλα μαραίνονται και κατακαίγονται.

Το κείμενο είναι εξαιρετικά καλογραμμένο, η γλώσσα πολυδουλεμένη, έχει εσωτερικό ρυθμό, κι οι φράσεις διαλεγμένες μία μία. Ό,τι λείπει από εξωτερική δράση στον Καΐάφα, αναπληρώνεται από την εσωτερική. Ομολογώ πως ο αφηγηματικός τρόπος του Νίκου Αδάμ Βουδούρη, αν και δεν είναι το είδος που συνήθως προτιμώ, με κέρδισε. Είχα επιφυλάξεις διαβάζοντας τις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος, κλείνοντας όμως και την τελευταία μπορώ να πω πως το συστήνω ανεπιφύλακτα, 

                                                   
                                                         
                                                                                          Κατερίνα Μαλακατέ




"Καϊάφας", Νίκος Αδάμ Βουδούρης, εκδ. Πατάκη, 2016, σελ.152








Υ.Γ.42 Το εξώφυλλο είναι από τα ωραιότερα που έχω δει.





Ακούστε τη συνέντευξη του Νίκου Αδάμ Βουδούρη στο Διαβάζοντας@amagi εδώ: